Site icon Όλο Υγεία

Στο μικροσκόπιο 5 Καθηγητών το ελληνικό σύστημα υγείας: ελλείψεις, ανισότητες και νέες προκλήσεις

σύστημα υγείας

Τις προκλήσεις της δημόσιας υγείας και του συστήματος υγείας στην Ελλάδα καταγράφουν πέντε κορυφαίοι Καθηγητές και προτείνουν μεταρρυθμίσεις σε ένα μεταβαλλόμενο τοπίο.

Τα συστήματα υγείας δέχονται ολοένα και μεγαλύτερη πίεση από τη γήρανση των πληθυσμών, τα χρόνια νοσήματα και τους δημοσιονομικούς περιορισμούς, επιβαρυμένα περαιτέρω από προκλήσεις όπως η COVID-19 και η κλιματική αλλαγή. Στην Ελλάδα, αυτές οι πιέσεις συνδυάστηκαν τα τελευταία 15 χρόνια, αποκαλύπτοντας δομικές αδυναμίες και δοκιμάζοντας την ανθεκτικότητα του συστήματος υγείας. Παρά τις διαδοχικές μεταρρυθμίσεις που στόχευαν στη χρηματοδότηση, την παροχή φροντίδας και τη δημόσια υγεία, οι επίμονες δομικές αδυναμίες, ο ανεπαρκής σχεδιασμός και η περιορισμένη παρακολούθηση υπονόμευσαν την πρόοδο. Οι περισσότερες πολιτικές παρεμβάσεις παρέμειναν αποσπασματικές και δεν κατάφεραν να ανταποκριθούν ουσιαστικά στις προκλήσεις δημόσιας υγείας ή να προετοιμάσουν το σύστημα για μελλοντικές κρίσεις.
Τα παραπάνω αναφέρουν οι Καθηγητές Ηλ. Κυριόπουλος, Κ. Αθανασάκης, Σ. Τσόλη, Ηλ. Μόσιαλος και Ειρ. Παπανικόλα, στην εργασία τους με τίτλο «Αντιμετωπίζοντας τις προκλήσεις της δημόσιας υγείας και του συστήματος υγείας στην Ελλάδα: προτεραιοποίηση των μεταρρυθμίσεων σε ένα μεταβαλλόμενο περιβάλλον», που δημοσιεύθηκε στο Lancet Public Health.

Παράλληλα οι πέντε Καθηγητές προτείνουν λύσεις για την οικοδόμηση ενός βιώσιμου και ανθεκτικού συστήματος υγείας, τονίζοντας ότι αυτό απαιτεί κάτι περισσότερα από την απλή θέσπιση μεταρρυθμίσεων. Η διαδικασία μεταρρύθμισης χρειάζεται πολιτική βασισμένη σε τεκμηριωμένα δεδομένα, συνεχή πολιτική δέσμευση, ισχυρή θεσμική ικανότητα και αποτελεσματικό διατομεακό συντονισμό, αναφέρουν.

Κύριες προκλήσεις δημόσιας υγείας στην Ελλάδα

Η Ελλάδα αντιμετωπίζει ένα σύνθετο πλέγμα προκλήσεων, επηρεασμένων από δημογραφικές αλλαγές, κοινωνικοοικονομικές πιέσεις, κλιματικά φαινόμενα και νέες απειλές για την υγεία. Ο πληθυσμός γηράσκει ραγδαία, κατατάσσοντας τη χώρα μεταξύ των πιο «γηρασμένων» πληθυσμών στις χώρες του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ).
Προβλέπεται ότι έως το 2050, πάνω από το ένα τρίτο του πληθυσμού θα είναι άνω των 65 ετών και σχεδόν το 13% άνω των 80. Αυτό συνοδεύεται από αύξηση χρόνιων νοσημάτων και υψηλά ποσοστά πολυνοσηρότητας, που ξεπερνούν τον μέσο όρο της ΕΕ.

Υπογεννητικότητα: Το 2050 0 πληθυσμός της Ελλάδας δεν θα ξεπερνά τα 7,5 εκατομμύρια

Συγκριτικά με άλλες χώρες υψηλού εισοδήματος, η Ελλάδα καταγράφει χειρότερα αποτελέσματα σε παράγοντες κινδύνου, όπως το κάπνισμα, η σωματική αδράνεια και η παχυσαρκία. Τα ποσοστά υπέρβαρου και παχυσαρκίας σε ενήλικες και παιδιά είναι από τα υψηλότερα στην Ευρώπη, ενώ η τήρηση της παραδοσιακής μεσογειακής διατροφής είναι χαμηλή. Αν και το κάπνισμα έχει μειωθεί, η Ελλάδα διατηρεί το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό στην ΕΕ.

Οι κοινωνικοοικονομικές ανισότητες, η παρατεταμένη οικονομική κρίση και η τρέχουσα κρίση κόστους ζωής έχουν οξύνει τα προβλήματα, οδηγώντας σε υψηλά ποσοστά φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού.

Η κλιματική αλλαγή έχει επίσης σοβαρές επιπτώσεις: η Ελλάδα κατέγραψε τον υψηλότερο αριθμό θανάτων από καύσωνες στην Ευρώπη το 2023. Οι φυσικές καταστροφές (πυρκαγιές, πλημμύρες, καύσωνες) και η ατμοσφαιρική ρύπανση οδηγούν σε χιλιάδες θανάτους και απώλειες ετών ζωής.

Η μικροβιακή αντοχή αποτελεί μία από τις σοβαρότερες προκλήσεις: η Ελλάδα αναφέρει τα υψηλότερα ποσοστά ανθεκτικότητας στην ΕΕ και ένα από τα υψηλότερα ποσοστά ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων.
Αυτές οι πολλαπλές κρίσεις αναδεικνύουν την ανάγκη για ολιστικές, συνεκτικές και άμεσα εφαρμόσιμες μεταρρυθμίσεις, αναφέρουν οι Καθηγητές.

Το σύστημα υγείας και οι προσπάθειες για την αντιμετώπιση των προκλήσεων

Από τις αρχές της δεκαετίας του 2010, η Ελλάδα εισήγαγε μεταρρυθμίσεις για τη βελτίωση της χρηματοδοτικής βιωσιμότητας, την ενίσχυση της παροχής υπηρεσιών, την αντιμετώπιση των αναγκών του πληθυσμού και των νέων προκλήσεων δημόσιας υγείας.

Διασφάλιση χρηματοδοτικής βιωσιμότητας
Οι δημόσιες δαπάνες υγείας είναι χαμηλότερες από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ, ενώ οι ιδιωτικές πληρωμές «από την τσέπη» παραμένουν από τις υψηλότερες στην Ευρώπη, αναφέρουν οι Καθηγητές.

Έκθεση ΟΟΣΑ: Οι Έλληνες δεν εμπιστεύονται το σύστημα Υγείας

Επίσης, σημειώνουν ότι ο ΕΟΠΥΥ ιδρύθηκε για να ενοποιήσει τα ταμεία, αλλά παραμένει περισσότερο μηχανισμός εκκαθάρισης δαπανών παρά στρατηγικός αγοραστής υπηρεσιών. Οι συμβάσεις με τους παρόχους, οι μηχανισμοί αποζημίωσης και η αξιολόγηση τεχνολογιών υγείας παραμένουν περιορισμένοι. Οι δημόσιες προμήθειες και η διαχείριση νοσοκομείων συνεχίζουν να εμφανίζουν αδιαφάνεια και ελλιπή αποδοτικότητα.

Η προσφορά ανθρώπινου δυναμικού υγείας στην Ελλάδα δεν είναι επαρκώς ευθυγραμμισμένη με τις ανάγκες του πληθυσμού, παρουσιάζοντας σημαντικές ανισότητες. Αν και η Ελλάδα έχει τον μεγαλύτερο αριθμό γιατρών ανά 1000 κατοίκους στην ΕΕ –πολλοί εκ των οποίων είναι ειδικευμένοι– μόλις το 6% είναι γενικοί ιατροί έναντι μέσου όρου 21% στην ΕΕ. Αυτή η ανισορροπία αφορά και συγκεκριμένες ειδικότητες, όπως η εσωτερική ιατρική και η αναισθησιολογία. Επιπλέον, η Ελλάδα έχει τον χαμηλότερο δείκτη νοσηλευτών ανά πληθυσμό στην ΕΕ, με μόλις 2,2 νοσηλευτές ανά 1000 κατοίκους, έναντι ευρωπαϊκού μέσου όρου 7,5. Αυτή η κατάσταση οφείλεται στην απουσία στρατηγικού σχεδιασμού, όπως η εκτίμηση του απαιτούμενου αριθμού γιατρών, ειδικοτήτων και γεωγραφικής κατανομής.

Το μοντέλο φροντίδας είναι νοσοκομειοκεντρικό, με περιορισμένη πρωτοβάθμια φροντίδα. Η έλλειψη γενικών γιατρών και διεπιστημονικών ομάδων δυσχεραίνει τη διαχείριση της πολυνοσηρότητας. Η πρόληψη και η δημόσια υγεία είναι κατακερματισμένες, ενώ οι πολιτικές για το κάπνισμα και την παιδική παχυσαρκία εφαρμόζονται αποσπασματικά και χωρίς συστηματική αξιολόγηση.

Οι υπηρεσίες μακροχρόνιας φροντίδας είναι υποχρηματοδοτούμενες, με το μεγαλύτερο βάρος να πέφτει στην οικογένεια, κυρίως στις γυναίκες.

Η ψυχική υγεία επιβαρύνθηκε περαιτέρω από την οικονομική κρίση και την πανδημία, με περιορισμένες διαθέσιμες υπηρεσίες.

Οι προτάσεις των Καθηγητών

Το ελληνικό σύστημα υγείας δοκιμάζεται από πολλαπλές προκλήσεις: δημογραφικές, κοινωνικοοικονομικές, περιβαλλοντικές και επιδημιολογικές. Οι μέχρι σήμερα μεταρρυθμίσεις είναι αποσπασματικές, χωρίς συνεκτικό σχέδιο. Η ενίσχυση της βιωσιμότητας και της ανθεκτικότητας του συστήματος απαιτεί σταθερή πολιτική δέσμευση, ενδυνάμωση θεσμών, επαρκείς πόρους, διατομεακό συντονισμό και αξιόπιστους μηχανισμούς λογοδοσίας.

Οι Καθηγητές της μελέτης προτείνουν, προτεραιοποίηση της Δημόσιας Υγείας, διασφάλιση βιώσιμης και δίκαιης χρηματοδότησης, εκσυγχρονισμό της παροχής υπηρεσιών υγείας για την αντιμετώπιση σύνθετων αναγκών υγείας και αποπολιτικοποίηση του συστήματος υγείας και των δομών δημόσιας υγείας.

Η εμπειρία της Ελλάδας , σύμφωνα με τους Καθηγητές, αναδεικνύει ότι η ανθεκτικότητα δεν εξαρτάται μόνο από την ψήφιση νόμων, αλλά από την ικανότητα εφαρμογής τους και μετατροπής τους σε πράξη με διάρκεια.

Έφη Φουσέκη
Έφη Φουσέκη

Η Eφη Φουσέκη καλύπτει με εγκυρότητα και συνέπεια το ιατρικό ρεπορτάζ, ως διαπιστευμένος συντάκτης υγείας(<a href="https://www.moh.gov.gr/">Υπουργείο Υγείας</a>). Παρακολουθεί επιστημονικά συνέδρια στη Eλλάδα και στο εξωτερικό, καταγράφει την πολιτική υγείας στη χώρα μας και έχει συνεργαστεί με μεγάλα ειδησεογραφικά Μέσα (antenna.gr, enikos.gr).

Exit mobile version