Ελπίδα για τους ασθενείς με Αλτσχάιμερ δίνει νέα μελέτη, καθώς δείχνει ότι δύο υπάρχοντα φάρμακα μπορεί να συμβάλλουν στην αποκατάσταση εγκεφαλικών βλαβών. Οι επιστήμονες εξετάζουν πώς μπορούν να αξιοποιηθούν σε θεραπείες του μέλλοντος.
Πόσα ποτήρια αλκοόλ μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο για άνοια – Ανησυχητική νέα μελέτη
Αλτσχάιμερ – Η οριστική θεραπεία είναι πολύ δύσκολο να βρεθεί
Η εύρεση αποτελεσματικής θεραπείας για το Αλτσχάιμερ αντιμετωπίζει πολλές δυσκολίες παρά τις πρόσφατες εγκρίσεις των πρώτων αντι-αμυλοειδικών αντισωμάτων, όπως η λεκανεμάμπη και η ντονανεμάμπη. Αυτά τα φάρμακα επιβραδύνουν την εξέλιξη της νόσου κατά 25-30% μέσα σε 18 μήνες, όμως δεν την σταματούν ολοκληρωτικά, γεγονός που υποδεικνύει ότι πέρα από το αμυλοειδές, υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που συνεισφέρουν στην κλινική υποβάθμιση, σύμφωνα με το Neurochemical Research.
Επιπλέον, η θεραπεία απαιτεί συχνές νοσοκομειακές επισκέψεις, μαγνητικές τομογραφίες για παρακολούθηση παρενεργειών, και έχει υψηλό κόστος, γεγονός που περιορίζει σημαντικά την προσβασιμότητα και την πρακτικότητα. Η έρευνα συνεχίζεται με στόχο την βελτίωση της ασφάλειας, την μείωση των παρενεργειών και την ανάπτυξη θεραπειών που θα επιβραδύνουν ή θα σταματούν πλήρως την πορεία της νόσου.
Στο πλαίσιο αυτό πραγματοποιήθηκε μια νέα μελέτη που είδε το φως της δημοσιότητας νωρίτερα φέτος. Η μελέτη εντόπισε δυο φάρμακα που μπορούν να βοηθήσουν στη βελτίωση των συμπτωμάτων του Αλτσχάιμερ. Τα φάρμακα είναι ήδη εγκεκριμένα από τις ρυθμιστικές αρχές στις ΗΠΑ, γεγονός που σημαίνει ότι ενδεχόμενες κλινικές δοκιμές για τη νόσο του Αλτσχάιμερ θα μπορούσαν να ξεκινήσουν νωρίτερα.
Τα δυο φάρμακα φαίνονται πολλά υποσχόμενα σε πειράματα που έγιναν σε ποντίκια
Τα φάρμακα είναι η letrozole (χρησιμοποιείται συνήθως για τη θεραπεία του καρκίνου του μαστού) και η irinotecan (χρησιμοποιείται συνήθως για τη θεραπεία του καρκίνου του παχέος εντέρου και των πνευμόνων).
Η ομάδα των Αμερικανών ερευνητών ξεκίνησε διερευνώντας πώς το Αλτσχάιμερ αλλοιώνει την έκφραση των γονιδίων στον εγκέφαλο.
Στη συνέχεια, αναζήτησαν σε μια ιατρική βάση δεδομένων που ονομάζεται Connectivity Map φάρμακα που αντιστρέφουν αυτές τις αλλαγές στην έκφραση των γονιδίων, καθώς και έκαναν διασταύρωση με αρχεία ασθενών που είχαν λάβει αυτά τα φάρμακα ως μέρος θεραπειών για καρκίνο. Φάνηκε ότι τα φάρμακα μείωσαν τον κίνδυνο εμφάνισης της νόσου.
«Η νόσος του Αλτσχάιμερ συνοδεύεται από πολύπλοκες αλλαγές στον εγκέφαλο, κάτι που έχει καταστήσει δύσκολη τη μελέτη και τη θεραπεία της, αλλά τα υπολογιστικά μας εργαλεία άνοιξαν τη δυνατότητα να αντιμετωπίσουμε αυτήν την πολυπλοκότητα άμεσα», αναφέρει η υπολογιστική βιολόγος Marina Sirota, από το UC San Francisco.
«Είμαστε ενθουσιασμένοι που η υπολογιστική μας προσέγγιση μας οδήγησε σε έναν πιθανό συνδυασμό θεραπείας για τη νόσο του Αλτσχάιμερ βασισμένο σε υπάρχοντα φάρμακα εγκεκριμένα από τον FDA».
Έχοντας επιλέξει τη letrozole και την irinotecan ως τις καλύτερες υποψήφιες ουσίες, οι ερευνητές τις δοκίμασαν σε ποντίκια με μοντέλα της νόσου του Αλτσχάιμερ. Όταν χρησιμοποιήθηκαν σε συνδυασμό, τα φάρμακα έδειξαν ότι μπορούσαν να αντιστρέψουν κάποιες από τις εγκεφαλικές αλλαγές που προκαλεί η νόσος.
Ξεχνάμε απλώς ή μπορεί να είναι άνοια; Πώς να καταλάβουμε τη διαφορά
Οι βλαβερές συσσωρεύσεις της πρωτεΐνης tau που συγκεντρώνονται στους εγκεφάλους που έχουν προσβληθεί από Αλτσχάιμερ μειώθηκαν σημαντικά και τα ποντίκια παρουσίασαν βελτιώσεις σε τεστ μάθησης και μνήμης, δύο λειτουργίες του εγκεφάλου που συχνά επηρεάζονται από τη νόσο.
Συνδυάζοντας τα δύο φάρμακα, οι ερευνητές κατάφεραν να στοχεύσουν διαφορετικούς τύπους εγκεφαλικών κυττάρων που επηρεάζονται από την ασθένεια. Η letrozole φάνηκε να καταπολεμά το Αλτσχάιμερ στους νευρώνες, ενώ η irinotecan δρούσε στα γλοιακά κύτταρα.
«Η νόσος του Αλτσχάιμερ είναι πιθανό να αποτελεί το αποτέλεσμα πολλών μεταβολών σε διάφορα γονίδια και πρωτεΐνες που, σε συνδυασμό, αποδιοργανώνουν την υγεία του εγκεφάλου», αναφέρει ο νευροεπιστήμονας Yadong Huang, από το UC San Francisco και τα Gladstone Institutes.
«Αυτό καθιστά την ανάπτυξη φαρμάκων πολύ δύσκολη, καθώς η παραδοσιακή φαρμακολογική προσέγγιση παράγει ένα φάρμακο για κάθε γονίδιο ή πρωτεΐνη που προκαλεί την ασθένεια».
Είναι μια πολλά υποσχόμενη αρχή, αλλά χρειάζεται περαιτέρω δουλειά: προφανώς τα φάρμακα έχουν δοκιμαστεί μέχρι στιγμής μόνο σε ποντίκια και συνοδεύονται επίσης από παρενέργειες. Αυτές πρέπει να ληφθούν υπόψη παράλληλα με τα οφέλη, εάν τα φάρμακα πρόκειται να επαναπροσδιοριστούν για μια διαφορετική ασθένεια από εκείνη για την οποία εγκρίθηκαν αρχικά.
Ελπίδες για μια πραγματική λύση
Ένα από τα επόμενα βήματα θα πρέπει να είναι οι κλινικές δοκιμές σε άτομα με νόσο του Αλτσχάιμερ. Σύμφωνα με τους ερευνητές, αυτή η προσέγγιση θα μπορούσε να οδηγήσει σε πιο εξατομικευμένες και αποτελεσματικές θεραπείες, με βάση το πώς έχει τροποποιηθεί η γονιδιακή έκφραση σε κάθε περίπτωση.
Υπολογίζεται ότι περισσότεροι από 55 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν Αλτσχάιμερ και καθώς ο παγκόσμιος πληθυσμός γερνά, αναμένεται ότι αυτός ο αριθμός θα υπερδιπλασιαστεί τα επόμενα 25 χρόνια. Η εύρεση τρόπων πρόληψης της νόσου και ακόμη και αναστροφής των συμπτωμάτων θα είχε τεράστιο αντίκτυπο στη δημόσια υγεία παγκοσμίως.
«Αν εντελώς ανεξάρτητες πηγές δεδομένων, όπως δεδομένα γονιδιακής έκφρασης από μεμονωμένα κύτταρα και ιατρικά αρχεία, μας οδηγούν στα ίδια μονοπάτια και στα ίδια φάρμακα, και αυτά τελικά επιλύουν το Αλτσχάιμερ σε ένα γενετικό μοντέλο, τότε ίσως βρισκόμαστε κοντά σε κάτι σημαντικό», αναφέρει η Sirota.
Ποια βιταμίνη μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο για άνοια κατά 49% – Τι λέει νέα μελέτη
«Ελπίζουμε ότι αυτό μπορεί να μεταφραστεί γρήγορα σε μια πραγματική λύση για εκατομμύρια ασθενείς με Αλτσχάιμερ».
Η έρευνα έχει δημοσιευτεί στο περιοδικό Cell.
