Η ΠΟΕΔΗΝ τονίζει ότι χωρίς οικογενειακούς γιατρούς και ενίσχυση προσωπικού στα νοσοκομεία οι λίστες αναμονής για ραντεβού θα παραμένουν.
Θετικά βλέπει η Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργαζομένων στα Δημόσια Νοσοκομεία (ΠΟΕΔΗΝ) το νέο σύστημα προγραμματισμού ραντεβού στα νοσοκομεία του ΕΣΥ, ωστόσο τονίζει ότι αυτό δεν θα λύσει το πρόβλημα της ταλαιπωρίας των πολιτών που οφείλεται στην έλλειψη προσωπικού.
«Ασφαλώς το σύστημα αυτό θα βοηθήσει στην καλύτερη οργάνωση και ενημέρωση του κόσμου. Όπως το μείζον πρόβλημα της ταλαιπωρίας που υφίστανται σήμερα πολίτες στην εξεύρεση ραντεβού στα νοσοκομεία, δεν πρόκειται να λυθεί λόγω των σοβαρών ελλείψεων προσωπικού στα νοσοκομεία και τις πρωτοβάθμιες μονάδες υγείας», αναφέρει ο πρόεδρος της ΠΟΕΔΗΝ, Μιχάλης Γιαννάκος.
Εκτιμά ότι ο σοβαρότερος λόγος στη ταλαιπωρία των πολιτών για την εξεύρεση ραντεβού στα νοσοκομεία είναι «η διαχρονική ανυπαρξία του προσωπικού- οικογενειακού γιατρού με αποτέλεσμα οι πολίτες να είναι αναγκασμένοι να προσφεύγουν στα νοσοκομεία για «ψύλλου πήδημα». Εάν υπήρχε οικογενειακός γιατρός δεν θα υπήρχαν οι μεγάλες λίστες αναμονής για ραντεβού στα τακτικά εξωτερικά ιατρεία των νοσοκομείων, δεν θα υπήρχαν οι πολύωρες αναμονές στα επείγοντα των εφημερευόντων νοσοκομείων». Σημειώνει ότι οργανωτική αναδιάταξη των ραντεβού που τέθηκε σε λειτουργία χθες δεν αφορά εργαστηριακές εξετάσεις που συνεχίζουν να κλείνονται ραντεβού με το υφιστάμενο καθεστώς.
Η κατάσταση σήμερα με τα ραντεβού
Ο πρόεδρος της ΠΟΕΔΗΝ περιγράφει μια δύσκολη κατάσταση με τα ραντεβού και απίστευτη ταλαιπωρία για τους πολίτες.
«Οι πολίτες σήμερα πληρώνουν ακόμη και για την συνταγογράφηση σε ιδιώτες γιατρούς.
Πληρώνουν σε ιδιώτες γιατρούς 50 ευρώ τη κάθε επίσκεψη. Έπαψε να υπάρχει δωρεάν εξέταση με το ασφαλιστικό βιβλιάριο όπως παλαιότερα.
Οι ανασφάλιστοι που διαθέτουν ΑΜΚΑ μπορούν μόνο να εξετασθούν ή να κάνουν διαγνωστικές εξετάσεις σε δημόσιες μονάδες υγείας. Εάν απευθυνθούν στον ιδιωτικό τομέα πληρώνουν το σύνολο του κόστους.
Ακόμη και οι ασφαλισμένοι όταν πάνε να κλείσουν ραντεβού σε ιδιωτικό διαγνωστικό κέντρο με παραπεμπτικό μέσω ΕΟΠΥΥ δέχονται έμμεσο εκβιασμό. Με το παραπεμπτικό τους διατίθεται ραντεβού σε δύο μήνες, ενώ αν πληρώσουν το σύνολο της εξέτασης λαμβάνουν ραντεβού την άλλη ημέρα».
Σύμφωνα με τον πρόεδρο της Ομοσπονδίας τα νοσοκομεία απέκτησαν ένα υπερσύγχρονο ιατροτεχνολογικό εξοπλισμό την περίοδο της πανδημίας «που δεν μπορεί να λειτουργήσει σε πλήρη ανάπτυξη λόγω σοβαρών ελλείψεων προσωπικού με αποτέλεσμα οι πολίτες να βρίσκουν διαθέσιμα ραντεβού μετά από πολλούς μήνες.
Πολλά νοσοκομεία διαθέτουν ραντεβού σε εξωτερικούς ασθενείς μόνο για τον τρέχοντα μήνα. Όποιος στέκεται τυχερός και προλαβαίνει κλείνει ραντεβού . Ανοίγουν πρωί την 1η κάθε μήνα και σε λίγη ώρα εξαφανίζονται. Οι ασθενείς δοκιμάζουν τον άλλο μήνα να βρουν ραντεβού. Με αυτό το τρόπο ταλαιπωρούνται μήνες».
Ο κ. Γιαννάκος υπογραμμίζει ότι με το νέο σύστημα ραντεβού από 1 Οκτώβρη γίνεται προγραμματισμός στα ραντεβού 4 μηνών με τους γιατρούς να είναι υποχρεωμένοι να δίνουν 12 ραντεβού την εβδομάδα.
«Αλήθεια ποιος γιατρός γνωρίζει εάν μπορεί να ανταποκριθεί όταν εργάζεται σε νοσοκομεία με σοβαρές ελλείψεις. Μπορεί να είναι ένας ή δύο γιατροί στη συγκεκριμένη ειδικότητα, μπορεί να μετακινηθεί σε άλλο νοσοκομείο για τις ανάγκες εφημέρευσης, μπορεί να περιθάλπει νοσηλευόμενους ασθενείς στη κλινική, μπορεί να βρίσκεται στα επείγοντα επειδή δεν υπάρχουν γιατροί επειγόντων». Εκτιμά ότι «πολλά ραντεβού θα ακυρώνονται».
Πώς θα γίνει ελκυστικό το ΕΣΥ
Ο κ. Γιαννάκος αναφέρει ότι τα τακτικά εξωτερικά ιατρεία για να λειτουργούν χρειάζονται περισσότερο νοσηλευτικό προσωπικό για στελέχωση, χρειάζονται περισσότερο παραϊατρικό προσωπικό για τις διαγνωστικές εξετάσεις, χρειάζονται περισσότερο διοικητικό προσωπικό για να καταγράφουν και να συντονίζουν τη διαδικασία.
«Εάν θέλουμε οι πολίτες να βρίσκουν γρήγορα ραντεβού στα νοσοκομεία θα πρέπει να καταστήσουμε ελκυστικό το ΕΣΥ. Να προσελκύουμε υγειονομικό προσωπικό, να ανακοπεί το κύμα μαζικών αποχωρήσεων και ανακύκλωσης του ιδίου προσωπικού( δηλαδή συμβασιούχοι να προσλαμβάνονται ως μόνιμοι ή μόνιμοι να αλλάζουν νοσοκομεία)»
Προσθέτει ότι χρειάζεται αύξηση του προϋπολογισμού για την Υγεία, γενναία αύξηση των μισθών, ένταξη στα ΒΑΕ, μονιμοποίηση των συμβασιούχων.