Νέα μεγάλη μελέτη αποκαλύπτει ότι ένας συγκεκριμένος σωματότυπος μπορεί να αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης για καρκίνο του μαστού. Οι επιστήμονες εξηγούν ποια χαρακτηριστικά σχετίζονται περισσότερο και γιατί ορισμένες γυναίκες πρέπει να είναι πιο προσεκτικές.
Καρκίνος του μαστού: Σημαντικές εξελίξεις στη θεραπευτική αντιμετώπιση δύο δύσκολων περιπτώσεων
Μελέτη δείχνει ότι ένας συγκεκριμένος σωματότυπος αποτελεί κίνδυνο για εμφάνιση καρκίνου του μαστού
Ο σωματότυπος παίζει ρόλο για την εμφάνιση πολλών παθήσεων. Σύμφωνα με πρόσφατη επιστημονική μελέτη του European Heart Journal, ο σωματότυπος και ιδιαίτερα η κατανομή του σωματικού λίπους, παίζει πιο καθοριστικό ρόλο για τον κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων από το συνολικό σωματικό βάρος ή τον δείκτη μάζας σώματος (BMI).
Η συγκέντρωση λίπους στον κορμό (κεντρική παχυσαρκία) συνδέεται σημαντικά με αυξημένο κίνδυνο αθηροσκλήρωσης και καρδιαγγειακής νοσηρότητας, ακόμη και σε άτομα με φυσιολογικό βάρος, ενώ η αποθήκευση λίπους στα πόδια φαίνεται να δρα προστατευτικά.
Τα ευρήματα υπογραμμίζουν ότι η ουσιαστική αξιολόγηση του κινδύνου ασθενειών σχετίζεται περισσότερο με το πού αποθηκεύεται το λίπος στο σώμα και όχι απλά με το πόσο είναι το συνολικό σωματικό λίπος ή το βάρος ενός ατόμου.
Τώρα, οι επιστήμονες προειδοποιούν ότι οι γυναίκες με αυξημένο ποσοστό σωματικού λίπους έχουν κατά ένα τρίτο μεγαλύτερες πιθανότητες να εμφανίσουν καρκίνο του μαστού σε σύγκριση με τις πιο αδύνατες γυναίκες.
Ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα υγείας από 168.547 μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες και εντόπισαν σύνδεση ανάμεσα στην παχυσαρκία και στην ανάπτυξη της νόσου.
Η πιθανότητα ήταν ακόμη μεγαλύτερη για τις γυναίκες που είχαν ήδη διαγνωστεί με καρδιακή νόσο.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι για κάθε αύξηση 5kg/m2 στον Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ), οι γυναίκες με καρδιακή νόσο είχαν 31% υψηλότερο κίνδυνο διάγνωσης καρκίνου του μαστού.
Αντίστοιχα, για την ίδια αύξηση στον ΔΜΣ, οι γυναίκες χωρίς καρδιοπάθεια είχαν 13% υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης της νόσου.
Ο ΔΜΣ (Δείκτης Μάζας Σώματος) υπολογίζεται διαιρώντας το βάρος ενός ατόμου με το τετράγωνο του ύψους του και χρησιμοποιείται παγκοσμίως ως μέτρο για να διαπιστωθεί αν κάποιος είναι λιποβαρής, φυσιολογικού βάρους, υπέρβαρος ή παχύσαρκος.
Ο συνδυασμός παχυσαρκίας και καρδιακής νόσου εκτιμάται ότι οδηγεί σε 153 περισσότερα περιστατικά καρκίνου του μαστού ανά 100.000 άτομα τον χρόνο, σε σύγκριση με τον αναμενόμενο αριθμό.
Ωστόσο, η ανάπτυξη σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2 δεν συνδέθηκε με αυξημένο κίνδυνο για καρκίνο του μαστού από την ερευνητική ομάδα του International Agency for Research on Cancer.
«Αυτή η μελέτη θα πρέπει επίσης να αποτελέσει πηγή έμπνευσης για μελλοντικές έρευνες, ώστε να συμπεριλάβουν γυναίκες με ιστορικό καρδιαγγειακών νοσημάτων σε δοκιμές απώλειας βάρους για την πρόληψη του καρκίνου του μαστού» δηλώνει ο επικεφαλής της μελέτης.
Η απώλεια βάρους θα μπορούσε να μειώσει τον κίνδυνο για τον καρκίνο του μαστού στις γυναίκες
Ο επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης, Dr Heinz Freisling, ο οποίος εργάζεται στον ειδικευμένο οργανισμό κατά του καρκίνου του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, δήλωσε:
«Τα ευρήματα αυτής της μελέτης θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για να ενισχύσουν προγράμματα προσυμπτωματικού ελέγχου του καρκίνου του μαστού βασισμένα στην αξιολόγηση κινδύνου».
Τα ευρήματα δημοσιεύτηκαν διαδικτυακά από τον εκδοτικό οίκο Wiley και στο CANCER, ένα επιστημονικό περιοδικό με κριτές της Αμερικανικής Αντικαρκινικής Εταιρείας (American Cancer Society).
Ορισμένες μελέτες υποδεικνύουν ότι ο λιπώδης ιστός παράγει υπερβολικές ποσότητες οιστρογόνου, ορμόνη η οποία σε υψηλά επίπεδα έχει συνδεθεί με την εμφάνιση καρκίνου του μαστού.
Προβλήματα υγείας που σχετίζονται με το βάρος, όπως η υπέρταση, τα αυξημένα επίπεδα σακχάρου στο αίμα και το περίσσιο σωματικό λίπος, αυξάνουν επίσης τον κίνδυνο υποτροπής της νόσου κατά περίπου 70%.
Οι επιστήμονες υποστήριξαν ότι αυτός ο συνδυασμός, γνωστός ιατρικά ως μεταβολικό σύνδρομο, προκαλεί φλεγμονή στο σώμα, η οποία εμποδίζει το ανοσοποιητικό σύστημα να καταπολεμήσει αποτελεσματικά τα καρκινικά κύτταρα.
Ωστόσο, ανησυχητικές έρευνες έχουν δείξει ότι τα περιστατικά καρκίνου του μαστού αυξάνονται παγκοσμίως σε γυναίκες κάτω των 50 ετών, ένα ανησυχητικό φαινόμενο που έχει μπερδέψει τους ειδικούς.
Ποια συμπτώματα εμφανίζει ο καρκίνος του μαστού;
Η νόσος είναι πολύ πιο συχνή σε άτομα άνω των 50 ετών, ηλικία κατά την οποία οι γυναίκες συνήθως βιώνουν την εμμηνόπαυση.
Τα πρώιμα συμπτώματα της νόσου περιλαμβάνουν:
- Εξόγκωμα στο στήθος
- Πρήξιμο ή εξόγκωμα στη μασχάλη
- Αλλαγή στο μέγεθος ή στο σχήμα του στήθους
- Έκκριση υγρού από τη θηλή
- Εισολκή ή αλλαγή στο σχήμα της θηλής
- Αλλαγές στην υφή του δέρματος, όπως βαθουλώματα, ερυθρότητα, λέπια ή φαγούρα στη θηλή
Πώς μπορείτε να εξεταστείτε στο σπίτι;
Μπορείτε να εξεταστείτε στο ντους, ξαπλωμένες στο κρεβάτι ή μπροστά στον καθρέφτη πριν ντυθείτε.
Επειδή ο μαζικός αδένας δεν βρίσκεται μόνο στο στήθος, αλλά εκτείνεται μέχρι την κλείδα και κάτω από τη μασχάλη, είναι σημαντικό τόσο οι γυναίκες όσο και οι άνδρες να εξετάζουν όλη την περιοχή.
Δεν υπάρχει «σωστός ή λάθος» τρόπος να ελέγχετε το στήθος σας, αρκεί να γνωρίζετε πώς συνήθως φαίνεται και αισθάνεται, αναφέρει το Εθνικό Σύστημα Υγείας του Ην. Βασιλείου (NHS).
Ένας από τους πιο δημοφιλείς τρόπους που κυκλοφορούν στο διαδίκτυο είναι η χρήση της άκρης των δακτύλων.
Εξετάζοντας όλη την περιοχή του στήθους και της μασχάλης, απλώς πιέζετε και αισθάνεστε από το πάνω προς το κάτω μέρος του στήθους.
Επιπλέον, μπορείτε να αγγίξετε το στήθος με ημικυκλικές κινήσεις ή κυκλικά, ώστε να εντοπίσετε τυχόν ανωμαλίες, σύμφωνα με οδηγό που δημοσιεύθηκε από το Πανεπιστήμιο του Νότιγχαμ.
Στη συνέχεια, παρατηρήστε στον καθρέφτη για οπτικά σημάδια, όπως εξογκώματα, αλλαγές στην υφή του δέρματος, μεταβολές στο σχήμα της θηλής ή αφύσικη έκκριση.
Εάν παρατηρήσετε οποιαδήποτε αλλαγή, θα πρέπει να επικοινωνήσετε με τον γιατρό σας.
Οι γυναίκες ηλικίας 50 έως 70 ετών θα πρέπει επίσης να συμμετέχουν τακτικά σε προληπτικό έλεγχο για τον καρκίνο του μαστού.
Πηγές: European Heart Journal, Journal of Steroid Biochemistry and Molecular Biology, Journal of Internal Medicine, Cancer ORG, Mayo Clinic, Journal of the American Cancer Society